Ο Γεώργιος Δικαίος ή Φλέσσας γεννήθηκε το 1786 ή το 1788 στην Πολιανή Μεσσηνίας. Φοίτησε στη Σχολή Δημητσάνας, αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του. Το 1816 μόνασε στο μοναστήρι της Παναγιάς της Βελανιδιάς στην Καλαμάτα, όπου πήρε το όνομα Γρηγόριος. Ήρθε όμως σε σύγκρουση με τον επίσκοπο Μονεμβασιάς και μεταφέρθηκε στο μοναστήρι της Ρεκίτσας. Εξαιτίας νέας σύγκρουσης, με Τούρκο αξιωματούχο αυτή τη φορά, κατέφυγε στη Ζάκυνθο. Εκεί γνωρίστηκε με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Έπειτα έφυγε για την Κωνσταντινούπολη όπου είχε επαφές με τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο και μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία στις 21 Ιουνίου 1818 με το συνθηματικό όνομα Αρμόδιος. Στην Κωνσταντινούπολη χειροτονήθηκε αρχιμανδρίτης από τον πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄.
Από τη στιγμή που έγινε μέλος της Φιλικής Εταιρείας, ο Παπαφλέσσας αφιερώθηκε στον ξεσηκωμό των Ελλήνων. Τον Μάιο του 1820 συντάσσει στο Βουκουρέστι μαζί με τον Γεώργιο Λεβέντη το «Σχέδιον Γενικόν». Σύμφωνα με αυτό επιδιωκόταν η εξασφάλιση των Σέρβων και των Μαυροβουνίων ως συμμάχων, η πρόκληση αντιπερισπασμού στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και η κατάτμηση των δυνάμεων του εχθρού προκειμένου να αρχίσει ο επαναστατικός αγώνας. Στο Ισμαήλιο της Βεσσαραβίας, σε σύσκεψη της Φιλικής Εταιρείας, ο Παπαφλέσσας υποστήριζε την επίσπευση της έναρξης της Επανάστασης παρουσιάζοντας πλαστά έγγραφα που εμφάνιζαν την Πελοπόννησο έτοιμη για ξεσηκωμό. Τελικά αποφασίστηκε η αποστολή του στην Πελοπόννησο.
Στις αρχές του 1821 ο Παπαφλέσσας έφτασε στην Πελοπόννησο. Ανάλογα με τις συνθήκες, άλλοτε εμφανιζόταν ως πατριαρχικός έξαρχος και άλλοτε ως εκπρόσωπος της Ανωτάτης Αρχής της Φιλικής Εταιρείας. Στη μυστική συνέλευση της Βοστίτσας (26-30 Ιανουαρίου 1821) παρουσίασε εντολές του Αλέξανδρου Υψηλάντη σχετικά με την έναρξη της Επανάστασης στον Μοριά, διαβεβαιώνοντας παράλληλα για αποτελεσματική ενίσχυση από τη Ρωσία. Αντιμετωπίστηκε όμως με επιφύλαξη, δισταγμό και εχθρότητα, κυρίως από τον επίσκοπο Παλαιών Πατρών Γερμανό και τον πρόκριτο Ανδρέα Ζαΐμη. Αυτοί επειδή φοβήθηκαν την παρορμητικότητά του, πρότειναν την απόσυρσή του στο μοναστήρι της Σιδηρόπορτας. Ο Παπαφλέσσας εξοργίστηκε και απείλησε πως θα μισθώσει 2.000 άνδρες και θα ξεκινήσει μόνος του την Επανάσταση «κι όποιον πιάσουν χωρίς όπλα οι Τούρκοι ας τον θανατώσουν».
Ο Παπαφλέσσας κατόπιν έφυγε για τη Μάνη, όπου συναντήθηκε με τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Στις 23 Μαρτίου 1821 καταφθάνουν όλοι μαζί στην Καλαμάτα και την ελευθερώνουν αμαχητί. Από εκείνη τη στιγμή ο Παπαφλέσσας πέταξε το ράσο και άρχισε να φορά τη στολή του πολεμιστή. Έλαβε μέρος σε πολλές συγκρούσεις στην Αργολίδα και Κορινθία και μάλιστα στο Αγιονόρι, στα Δερβενάκια.
Τον Δεκέμβριο του 1821 συμμετείχε ως πληρεξούσιος στην Α’ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου και ονομάστηκε γερουσιαστής. Το 1823 συμμετείχε και στη Β΄ Εθνοσυνέλευση του Άστρους, από την οποία στις 27 Απριλίου 1823 εκλέχτηκε Υπουργός Εσωτερικών, αξίωμα που κράτησε μέχρι τον θάνατό του. Την 1η Ιουλίου 1823 ανέλαβε και το Υπουργείο της Αστυνομίας.
Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου τάχθηκε με το μέρος της κυβέρνησης Κουντουριώτη, αντίπαλος του Θ. Κολοκοτρώνη και του Νικηταρά. Αρχικά, ωστόσο, είχε υποστηρίξει τον Κολοκοτρώνη, αλλά αποδείχθηκε «αμφίρροπος εις τας κομματικάς του πεποιθήσεις κατά τον εμφύλιον πόλεμον».
Το 1825, αφότου ο Ιμπραήμ αποβιβάστηκε στην Πελοπόννησο, πρότεινε την αποφυλάκιση του Θ. Κολοκοτρώνη και άλλων αντικυβερνητικών αγωνιστών, ενόψει του μεγάλου κινδύνου που είχε προκύψει. Παράλληλα ξεκίνησε και ο ίδιος από το Ναύπλιο για τη Μεσσηνία προκειμένου να εμποδίσει την επέλαση των Τουρκοαιγυπτίων στο εσωτερικό της Πελοποννήσου. Στις 20 Μαΐου 1825 αντιμετωπίζει τον Ιμπραήμ στη θέση Μανιάκι, όπου χάνει τη ζωή του μαχόμενος.
Βιβλιογραφία
// Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. ΙΒ΄(1975), σελ 16
// Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. ΙΒ΄(1975), σελ.77
// Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ.10, στ. 5 (1960)